(Ζάτουνα 1913-Μαρούσι 29 Οκτωμβρίου 1986)

«Καλησπέρα μαέστρο, ήταν η φράση προς το Μίμη Φωτόπουλο, από όλους τους συντελεστές του θιάσου, όταν τον συναντούσαμε κάθε βράδυ στο θέατρο πριν από την παράσταση...» (Τάκης Παναγόπουλος, ηθοποιός)

Γιος του Νικολάου Φωτόπουλου από τη Ζάτουνα και της Αννας Παπαδοπούλου από το Αίγιο.

«...Πρωτοείδα το φως του ήλιου στη Ζάτουνα , ένα μικρό χωριό στην Ευρωπαϊκή Γορτυνία, όπως τη λέμε. Εγινε γνωστό στο εξωτερικο αυτό το χωριό οχι απο μένα φυσικά, αλλά το Μίκη Θεοδωράκη που στείλανε εκεί εξορία στην εφταετία. Οι σταθμοί έξω το λέγανε Ζατουνά, γαλλιστί... Γεννήθηκα την Κυριακή των Βαίων του 1913. Σημαδιακή μέρα. 'Ως τα τριάντα τρία χρδνια μου η ζωή μου δεν ήταν σπαρμένη με βάγια, αλλά με αγκάθια...»

Ο Μίμης, νωρίς ορφανός από πατέρα, τελείωσε το Γυμνάσιο στα Πευκάκια, κοντά στον Άγιο Νικόλα. Σπούδασε φιλολογία και νομικά χωρίς να πάρει πτυχίο αλλά αποφοίτησε απά τη δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου. Νυμφεύτηκε τη Μαργαρίτα το γένος Τσάλα από την Πάτρα και απέκτησαν δύο θυγατέρες, την Αννα και την Μαρία, και μία ευτυχισμένη οικογένεια.

Άρχισε τη θεατρική του σταδιοδρομία το 1932 στη «Λοκαντιέρα» με το θίασο Κουνελάκη. Πρωταγωνιστής πολλών θιάσων και θιασάρχης ο ίδιος από το 1952, συνεργάστηκε με πολλούς σκηνοθέτεc, όπωc τον Κάρολο Κουν στα έργα «Πόθοι κάτω από τις λεύκες» του Ευγένιου Ο’Νηλ,«Παντρολογήματα» του Γκόγκολ, «Βυσινόκηπος» του Τσέχωφ, «Ταξιδιώτης χωρίς αποσκευές» του Άνουιγ, «Το παιδί με τη χρυσή βροχή» του Ουέτς, «Δον Καμίλλο» κ.α. Για τελευταία φορά εμφανίστηκε στο θέατρο το 1984 με την επιθεώρηση «Μια στο Καστρί και μια στο πέταλο»

Θα μας μείνει αξέχαστος με την κινηματογραφική του καριέρα, που υπήρξε πλούσια και μπορεί να πει κανείς ότι τον καθιέρωσε ως κωμικό πρώτου μεγέθους. 'Επαιξε συνολικά, σε 91 ταινίες, στην πλειοψηφία τους κωμωδίες. Εμφανίστηκε στη μεγάλη οθόνη στα τέλη τής δεκαετίας του 1940 και έπαιξε στίς ταινίες: «Κάλπικη λίρα», «Καημοί στη φτωχογειτονιά», «Λατέρνα, φτώχεια και φιλότιμο», «Μαντάμ Σουσού», «Το Μεγάλο Κόλπο», «Μια Ιταλίδα στην Ελλάδα», «0 Μισογύνης», «Ούτε γάτα ούτε ζημιά», «0 Πατούχας», «Το σωφεράκι», «0 Θεόδωρος και το δίκανο», «Οι απάχηδες των Αθηνών», «Ο Βαφτιστικός», «0 Γρουσούζης», «0 Χαζομπαμπάς» κ.ά.

Ο ίδιος έπαιξε στη μικρή οθόνη στη σειρά ο «Οείος Μίμης» και παρουσίασε τη δημοφιλή ραδιοφωνική σειρά της ΕΡΤ-2 με τίτλο «Πες μας Σωκράτη» σκορπώντας το γέλιο.

Ασχολήθηκε με την ποίηση και την πεζογραφία. Τα ποιήματά του τις περισσότερες φορές είναι εμπνευσμένα από τη ζωή των ηθοποιών και τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι περισσότεροι για να εξασφαλίσουν τη ζωή τους. Το 1942 βραβεύτηκε με έπαινο σ' ένα κρατικό διαγωνισμό η ποιητική του συλλογή «ΜΠΟΥΛΟΥΚΙΑ» για την οποία ο γνωστός Γρηγ. Ξενόπουλος έγραψε:

«Το βέβαιο είναι πως τα «ΜΠΟΥΛΟΥΚΙΑ» ήταν για μένα μια αποκάλυψη. Μου φανέρωσε ένα νέο ποιητή, τον κ. Μίμη Φωτόπουλο, που ξέρει να γράφει όχι μόνο με τέχνη παρά και με άκρα ειλικρίνεια, και τα ποιήματά του εκφράζουν έναν βαθύτατο πόνο, που τον αισθάνθηκε πρώτα-πρώτα ο ίδιος ο ποιητής και γιατί συγκινεί τόσο και τον αναγνώστη... Πολύ δίκαια η επιτροπή ξεχώρισε ένα ποιητικό έπαινο και τα «ΜΠΟΥΛΟΥΚΙΑ», του νέου ποιητή.

Ακολούθησε την επομένη χρονιά η νέα του ποιητtκή συλλογή «ΣΚΛΗΡΑ ΤΡΙΟΛΕΤΑ». Το 1976 κυκλοφόρησαν τα νέα του ποιήματα «0 θάνατος των ημερών» και τέλος το 1984 κυκλοφόρησε η ποιητική του συλλλογή «Μπαλλαντες του 'Ερωτα και του Θανάτου».

Από τα πεζογραφήματά του, στο βιβλίο του «Ελ Ταμπαι» περιγράφει την ομηρία του στο ομώνυμο στρατδπεδο στη Μέση Ανατολή κατά τη διάρκεια του πολέμου. Και το 1958 κυκλοφορεί το νέο του βιβλίο με τίτλο «25 χρονια Θεατρου». Στο αξιόλογο βιβλίο του το «Ποταμι της ζωής» που περιλαμβάνει συνεντεύξεις αλλά και αφηγήσεις και περιστατικά της ζωής του γράφει:

«...Πρέπει δμως να κάνω μια διευκρίνηση. Δεν γράφω για να με πούνε λογοτέχνη. Γράφω γιατί μόνο η δημιουργία μου γεμίζει τη ζωή μου. Εγώ αντί να πηγαίνω στα καζίνα και στις κοσμικές συγκεντρώσεις, προτιμώ να γράφω και να ζωγραφίζω...»

Το πεζογραφικό του έργο διαπνέεται από ένα βαθύτατο ανθρωπισμό, με οξεία παρατηρητικότητα και φιλοσοφική ενατένιση της ζωής. 'Ηταν ένας καλλιτέχνης με πείσμα, με ιώβειο υπομονή και εργατικότητα. 'Ενας χαριτωμένος άνθρωπος ως τα γεράματά του.

Ως θιασάρχης πραγματοποίησε περιοδείες στην Αμερική, τη Γερμανία, την Αίγυπτο, την Τουρκία και την Κύπρο με μεγάλη επιτυχία και με μεγάλη ακροαματικότητα.

«...Πώς έγινα ζωγράφος. Δεν έγινα από μόνος μου. Η...χούντα με έκανε και να πώς. Στείλανε την γυναίκα μου στη Γυάρο, διότι ήταν δημοτική σύμβουλος της Αριστεράς στο Μαρούσι. 'Εμεινα με τις δυο κόρες μου, μικρές τότε, να τις φροντίζω τώρα που έλειπε η μάνα τους. Αλλά γενικά αυτή η στέρηση της ελευθερίας μου κόστισε πολύ. Τυχαία βρήκα κάτι σκάρτα γραμματόσημα κι άρχισα να κάνω, αφηρημένος, διάφορα διακοσμητικά σχήματα. Αυτό συνεχίστηκε κάμποσες μέρες. Προμηθεύτηκα κι άλλα σκάρτα γραμματόσημα και σιγά-σιγά άρχισα να φτιάχνω όλο και πιο ολοκληρωμένες παραστάσεις. Να μην τα πολυλογώ... πήραν έργα μου σε μια ομαδική έκθεση. Αρέσανε. Αγοραστήκανε και δύο. Και από εκεί και πέρα πήρα φόρα. 'Εφτασα τις δέκα εκθέσεις... 'Εχω πουλήσει πάνω απο εκατό πίνακες...»

Έργα ζωγραφικής σε λάδι καθώς και έργα ζωγραφικής απο κολάζ, της μοναδικής συλλογής γραμματοσήμων του παρουσιάστηκαν σε διάφορες εκθέσεις. Χρησιμοποίησε για τη ζωγραφική του χιλιάδες κομμάτια από γραμματόσημα, τα οποία με θαυμαστή υπομονή τοποθετούσε το ένα δίπλα στο άλλο για να δώσει τις μορφές, τα τοπία και τους κατάλληλους χρωματισμούς για να παρουσιάσει στο τέλος ολοκληρωμένα θέματα. Για την κατασκευή 50 πινάκων χρειάστηκε κάπου 100.000 γραμματόσημα! Ανάμεσα στα έργα του ξεχωρίζουν, τα αφιερώματα στη Ζάτουνα, τη Δημητσάνα και το Μαρούσι.

Απεβίωσε στις 29 Οκτωβρίου 1986 στο Μαρούσι όπου και κηδεύτηκε.

«Παίζω, γράφω, ζωγραφίζω για να εκτονώνομαι εγώ πρώτος».